αμυλόζη

αμυλόζη
Ένα από τα δύο συστατικά των αμυλόκοκκων, κύριων δομικών στοιχείων του αμύλου, που καταλαμβάνει τον κεντρικό πυρήνα τους. Αντιπροσωπεύει το 10-25% της μάζας του αμύλου (στο σιτάρι και τις πατάτες είναι γύρω στο 25%, ενώ στο καλαμπόκι, στο ρύζι και στο κριθάρι είναι περίπου 10%). Αποτελείται από αλυσιδωτά μακρομόρια χωρίς διακλαδώσεις μορίων γλυκοπυρανόζης. Διαχωρίζεται από το άλλο συστατικό, την αμυλοπηκτίνη, με ηλεκτροφόρηση, όπου η α. παραμένει σε διάλυση, ενώ η αμυλοπηκτίνη αποβάλλεται στην άνοδο ως ζελατινώδης μάζα. Με ιωδιούχα αντιδραστήρια η α. παίρνει χρώμα μπλε.
* * *
η βιοχ.
μία από τις δύο μορφές τού αμύλου (η άλλη είναι η αμυλοπηκτίνη).
[ΕΤΥΜΟΛ. Ελληνογενές < άμυλο(ν) + κατάλ. -όζη*, πρβλ. αγγλ. amylose].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • αμυλόζη — η κύριο συστατικό του αμύλου …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • άμυλο — Χημική ένωση που αποτελείται από άνθρακα, υδρογόνο και οξυγόνο και ανήκει στην τάξη των απλών πολυσακχαριτών, ο γενικός τύπος των οποίων είναι Χ [(C6H10O5)n] όπου n είναι ένας αριθμός που αντιπροσωπεύει μερικές εκατοντάδες μόρια. Το α.… …   Dictionary of Greek

  • αμυλοπηκτίνη — Ένα από τα δύο συστατικά των αμυλόκοκκων (το άλλο είναι η αμυλόζη), που καλύπτει τον χώρο των περιφερειακών στοιβάδων τους. Αποτελεί το 75 90% της μάζας του αμύλου, διαλύεται στο νερό και σχηματίζει αμυλόκολλα, ενώ με ιωδιούχα αντιδραστήρια δεν… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”